Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

Πίνακας προσεγγίσεων στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό


Συστηματική προσέγγιση - Δημιουργική προσέγγιση


Συμμετοχική προσέγγιση - Τυπολογική/σημασιολογική προσέγγιση


Αποδόμηση - Παραμετρικότητα


Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013


Μορφογένεση και non-standard: Έννοιες που σχετίζονται με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική (παραμετρική, αποδομητική, ψηφιακή, βιοκλιματική) 


Ο Manuel Delanda εξηγεί στην ομιλία του το φαινόμενο της μορφογένεσης ως καλλιτεχνικό στοιχείο. Η μορφή γεννιέται, δεν δημιουργείται. Η Sagrada Familia από τον Antoni Gaudi και το στέγαστρο στο Μόναχο της Γερμανίας από τον Frei Otto αποτελούν παραδείγματα μορφογένεσης σε μια περίοδο που δεν υπήρχε η ψηφιακή απεικόνιση μέσω του υπολογιστή και οι αρχιτέκτονες κατέφευγαν σε έξυπνες λύσεις για να δώσουν την επιθυμητή μορφή στα δημιουργήματά τους. Η θεωρία του Deleuze, την οποία χρησιμοποιεί ο Delanda, αναφέρεται στους τρεις τρόπους συλλογισμού, πληθυσμιακή σκέψη (population thinking), εντατική σκέψη (intensive thinking), τοπολογική σκέψη (topological thinking)τους οποίους δεν μπορεί να τους συνδυάσει καμία επιστήμη εκτός από την οικολογία.
Κατά τον Frederic Migayrou η μορφογένεση αποκτά μια διαφορετική σημασία καθώς η ύλη έχει άμεση σχέση με την μορφή η οποία μπορεί να αλλάζει συνεχώς στα πλαίσια μιας non-standard αρχιτεκτονικής. Η χρήση των μαθηματικών δεδομένων, η τυπολογία σύμφωνα με τον Greg Lynn και Hani Rashid, η μορφολογία, η φιλοσοφία του στρουκτουραλισμού και μεταμαρξισμού από τον Aldo Rossi και Tafuri, το λειτουργικό μοντέλο του Eisenman είναι στάδια μέσα από τα οποία αναδύθηκε το non-standard. Στη συνέχεια μέσω παραδειγμάτων και εφαρμογών σύγχρονων μοντέλων σχεδιασμού όπως το voronoi, cellular automata, rhino το non-standard ως έννοια σχετίζεται με την αποδόμηση και την παραμετρική αρχιτεκτονική.
Μπορεί, λοιπόν, κανείς να διαπιστώσει οτι η ψηφιακή αναπαράσταση αποτελεί ένα νέο εργαλείο στα χέρια του αρχιτέκτονα με το οποίο μπορεί να αναπαραστήσει τις ιδέες του ,όπως κάνει άλλωστε τόσους αιώνες με διαφορετικούς τρόπους. Σίγουρα, αυτή η παραγωγή εντυπωσιακών ψηφιακών χώρων προσφέρει νέες δυνατότητες στην κατασκευή ενός έργου και μας δίνει το ερέθισμα να μιλάμε για παραμετρική ή αλγορυθμική  αρχιτεκτονική. Όλοι μας έχουμε υπόψη κτίρια σύγχρονων αρχιτεκτόνων όπως είναι Zaha Hadid, Daniel Libeskind, Frank Gehry που χρησιμοποιούν μια πορεία σχεδιασμού μη γραμμική με αφηρημένες μορφές στο χώρο εκτοπίζοντας στο περιθώριο τα οικεία δομικά στοιχεία του ορθογώνιου καννάβου. Συστήνουν κατά αυτό τον τρόπο μια πολυπλοκότητα, μία ελευθερία και προωθούν ένα ιδιαίτερο στιλ.
Αν αναλύσουμε τη δομή των κτιρίων αυτών θα εντοπίσουμε ότι κοινό σημείο αναφοράς είναι η η ιδέα της διάσπασης. Υπάρχουν δηλαδή διακριτές ενότητες στοιχείων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που συνδιαλλέγονται, όμως,  μεταξύ τους για την παραγωγή της τελικής μορφής. Γίνεται λόγος έτσι για μια άλλη έννοια, αυτή της αποδόμησης. Η αποδόμηση στην αρχιτεκτονική καταρρίπτει τον συμβατικό σχεδιασμό και φέρει νέα ρεύματα, θεωρίες και οικοδομικές πρακτικές. Ο αποδομηστής καταγράφει τη δική του αλήθεια και το κτίριο αποκτά ένα εξιδανικευμένο νόημα σε αντίθεση με τον μεταμοντερνιστή που δίνει ένα νόημα περισσότερο συλλογικό. Η χρήση της τεχνολογίας και των σύγχρονων μέσων οδηγούν σε πολύπλοκες, φανταχτερές, πανάκριβες κατασκευές, συχνά φλύαρες, υπερβολικές.
Ειτέ κρίνει βέβαια κανεις την κατάσταση αυτή ως μία ψηφιακή αρχιτεκτονική επανάσταση που βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη είτε ως στιλιστική τάση, μια μόδα που θα παρέλθει για να επιστρέψουμε και πάλι σε προηγούμενα πρότυπα, δεν μπορεί να αμφισβητήσει την εισφορά του Digital στον βιοκλιματικό σχεδιασμό. Η αρχιτεκτονική προσαρμόζεται στο σώμα της κοινωνίας και μεταβάλλεται ανάλογα με τις υπάρχουσες συνθήκες για να καλύψει όσο το δυνατό περισσότερες ανθρώπινες ανάγκες. Η ενεργειακή αντιμετώπιση του σχεδιασμού είναι πολύ σημαντική καθώς στοχεύει στο σχηματισμό στεγανού και μονωμένου κελύφους, στην ανάπτυξη των παθητικών ενεργειακών συστημάτων, στην αναζήτηση νέων εναλλακτικών μορφών ενέργειας για την καλύτερη ενεργειακή απόδοση του κτιρίου.

Βαρακλή  Άννα

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013


Manuel DeLanda_morphogenesis

Στη διάλεξή του ο Manuel DeLanda αναφέρεται στην έννοια της μορφογένεσης (morphogenesis) βασιζόμενος κυρίως στην θεωρία του Gilles Deleuze, αναδομώντας τα επιχειρήματα του τελευταίου με την αξιοποίηση νέων πηγών. Σύμφωνα με τον DeLanda, ο Deleuze αποτέλεσε ένα σύγχρονο είδος υλιστή (εν αντιθέση με τον Marx του οποίου η θεωρία εισάγει ένα περιορισμένο είδος υλισμού-φιλοσοφία της πραγματικότητας (philosophy of reality)), με την έννοια ότι ο υλισμός στον οποίο αναφέρεται ο ομιλητής περιλαμβάνει την ίδια την υλικότητα (βουνά, φυτά, σύννεφα, πλανήτες...)-philosophy of nature. Βασική έννοια για τον καθορισμό του σύγχρονου υλισμού αποτελέι η μορφογένεση, η γένεση δηλαδή της μορφής (των βουνών, των φυτών, των ζώων, των πλανητών...).

Στη συνέχεια ο DeLanda διαχωρίζει την φυσική μορφογένεση (natural morphogenesis) από την καλλιτεχνική μορφογέννεση (artistic morphogenesis). Αναλυτικότερα, επισημαίνει ότι κατά την καλλιτεχνική μορφογένεση ο δημιουργός αποτελεί μέρος της διαδικασίας, χωρίς αυτή να συνεπάγεται την συνεργασία της με την φυσική μορφογένεση. Ως τυπικό παράδειγμα μορφογένεσης αναφέρει το περίπτερο του Frei Otto για τους Ολυμπιακούς αγώνες στο Μόναχο το 1968. Αφετηρία για το σχεδιασμό του εν λόγω έργου αποτέλεσε για τον αρχιτέκτονα η χρήση σαπουνιού το οποίο προκαλεί το σχηματισμό υπερβολικών παραβολοειδών, επιτρέποντας τον αναλογικό υπολογισμό καμπυλών. Δεύτερο παράδειγμα μορφογένεσης αποτελεί η εκκλησία της Sangrada Familia του Gaudi, στην οποία η σχεδιαστική αφετηρία αντλείται από το φαινόμενο της αλυσοειδούς καμπύλης της φυσικής, σύμφωνα με το οποίο μία αλυσίδα, κρεμασμένη από τα δύο άκρα της, έχει την τάση να σχηματίσει μία φόρμα (παραβολή). Με αφορμή λοιπόν τα 2 αυτά παραδείγματα μορφογένεσης, ο DeLanda καταλήγει ότι η ανθρώπινη μορφογένεση (καλλιτεχνική, μουσική, αρχιτεκτονική...), παρά το γεγονός ότι αποτελεί μία φυσική διαδικασία, δεν αντιγράφει τη φύση, αλλά αξιοποιεί φυσικούς μορφογενετικούς πόρους για να καταλήξει σε ένα σχέδιο που ανήκει στον ίδιο τον δημιουργό.

Συνεχίζοντας, ο DeLanda υποστηρίζει ότι ειδικότερα μία υλιστική θεωρία έχει ως αφετηρία την πλήρη κατανόηση της ύλης, καθώς όσο η εκφραστικότητα αυτής είναι απαραίτητη για έναν καλλιτέχνη, αλλό τόσο οφείλει να είναι και για έναν φιλόσοφο. Ακόμα, προκειμένου να καταστεί κατανοητή η πηγή απ'όπου η ύλη αντλεί τις μορφογενετικές της δυνάμεις οφείλουν να αναλυθούν περεταίρω έννοιες που δεν σχετίζονται τόσο με την υποκειμενικότητα ή την πολιτική, όσο με την Επιστήμη. Και αυτό, αφού οι επιστήμονες είναι αυτοί που πλέον κατανοούν καλύτερα απο οποιονδήποτε άλλο οτιδήποτε έχει σχέση με την υλικότητα. Περεταίρω, αναλύει στη συνέχεια τα τρία είδη συλλογισμού (reasoning styles) τα οποία δανείζεται ο Deleuze από διαφορετικούς κλάδους της επιστήμης, διευκρινίζοντας ότι η επιστήμη δεν έχει μόνο μία μέθοδο, αλλά περισσότερες.

Έτσι, διακρίνει αρχικά την πληθυσμιακή σκέψη (population thinking), η οποία διαμορφώνεται τη δεκαετία του '30 από τους υποστηρικτές του Δαρβίνου, ενώ αντλεί επιρροή και από τις πρόσφατες τότε ανακαλύψεις του Gregor Mendel στον τομέα της γενετικής, καθώς παρά το γεγονός ότι το DNA δεν ανακαλύφθηκε έως τη δεκαετία του '50, ήταν την εποχή εκείνη γνωστό ότι υπήρχε “κάτι” το οποίο αποθήκευε τη γενετική πληροφορία, η οποία κληρονομούνταν από γενιά σε γενιά. Προέρχεται δηλαδή από την εξελικτική βιολογία σε συνδυασμό με τη γενετική, και έχει ως αντικείμενο μελέτης τα υπαρκτά πράγματα (actual things). Σύμφωνα με αυτό το είδος συλλογισμού, τα είδη υπόκεινται σε φίλτρα τα οποία καθορίζουν και την εξέλιξή τους. Ως παράδειγμα πληθυσμιακής σκέψης ο DeLanda αναφέρει την επικράτηση κάποιων διαλέκτων έναντι άλλων (για παράδειγμα στη Γαλλία η καθιέρωση της παριζιάνικης διαλέκτου ως “Γαλλικής”), υπό το πρίσμα ότι η γλώσσα μπορεί να θεωρηθεί ένα είδος υλικότητας, αν γίνει αντιληπτή ως η 'σχηματοποίηση των παλμών του αέρα” η οποία επιτυγχάνεται μέσω της γλώσσας, των δοντιών, των χειλιών...

Ως δεύτερο τρόπο συλλογισμού ο DeLanda διακρίνει την εντατική σκέψη (intensive thinking), η οποία προέρχεται από τον τομέα της Θερμοδυναμικής και πηγάζει από διαδικασίες με τις οποίες παράγονται τα υπαρκτά πράγματα (actual things). Η θερμοδυναμική αρχικά αποτελούσε κατώτερη επιστήμη σε σχέση με άλλες, καθώς η δημιουργία της πηγάζει από την κατασκευή της ατμομηχανής, γεγονός που οφείλεται σε τεχνίτες και όχι σε επιστήμονες. Αυτό το νέο είδος μηχανής έδωσε το έναυσμα στους επιστήμονες να εξελίξουν ένα νέο είδος συλλογισμού, ο οποίος προέρχεται από ένα υλικό στοιχείο.

Τρίτο είδος συλλογισμού αποτελεί η τοπολογική σκέψη (topological thinking) η οποία προέρχεται από τον τομέα των μαθηματικών και αναφέρεται στα εικονικά πράγματα (virtual things), δεν έχει όμως καμία σχέση με την εικονική πραγματικότητα (virtual reality), καθώς ο όρος αυτός καθιερώθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα. Με την έννοια εικονικά εννοείται οτιδήποτε είναι μεν αληθινό (real) αλλά δεν είναι πραγματικό (actual).

Αναφέρεται, τέλος, πως η ειδίκευση των επιστημόνων εμποδίζει τη γενίκευση της Επιστήμης, ως ενιαίο αντικείμενο, και αυτό διότι κάθε εξειδικευμένος επιστήμονας χρησιμοποιεί μόνον ένα είδος συλλογισμού. Ωστόσο, ο DeLanda υποστηρίζει ότι ο μόνος διεπιστημονικός τομέας στον οποίο συνδυάζονται και τα τρία είδη συλλογισμού που ήδη αναλύθηκαν, είναι αυτός της οικολογίας. Και αυτό, καθώς οι οικολόγοι μελετούν τόσο τον τρόπο εξέλιξης της χλωρίδας και της πανίδας (κοινές ανάγκες και λειτουργίες), όσο και το δίκτυο που αναπτύσσεται εντός ενός οικοσυστήματος για την κυκλοφορία της σάρκας (ή όπως επιστημονικά έχει καθιερωθεί, της βιομάζας), όπως και τους δεσμούς που συνδέουν τα είδη μεταξύ τους, με την έννοια περισσότερο της τροφικής αλυσίδας και των συνεπειών που μπορεί να έχει για παράδειγμα η εξαφάνιση ενός είδους για αυτή.




Frédéric Migayrou_future frontiers

Στη συγκεκριμένη ομιλία του ο Frédéric Migayrou αναφέρεται κατά κύριο στην ανάλυση του non standard, με αφορμή αντίστοιχη έκθεση που πραγματοποίησε ο ίδιος το 2003 στο κέντρο Pompidou στο Παρίσι. Αναλυτικότερα, θεωρεί ότι η εν λόγω μαθηματική ανάλυση συντέλεσε δραστικά στη διαμόρφωση ενός νέου θεωρητικού υπόβαθρου για την αρχιτεκτονική κατά τη δεκαετία του '60 και μετά το πέρας του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου που σήμανε και το τέλος του κόσμου της αναπαράστασης (“world of representation”). Η μαθηματική ανάλυση του non standard εισάγει την έννοια του απειροελάχιστου αριθμού και σημαίνει τη δημιουργία μίας νέας φιλοσοφίας, ικανής να καλύψει το κενό που άφησε πίσω του για την αρχιτεκτονική το τέλος της εποχής της αναπαράστασης.

Πιο συγκεκριμένα, στην αρχιτεκτονική η έννοια του non standard εισάγεται τη δεκαετία του '90 και συνοδεύεται με το “τέλος της αρχιτεκτονικής” και τη δημιουργία των διάφορων software σχεδιασμού μέσω υπολογιστή, η οποία δεν οφείλεται μόνον σε αλγόριθμους αλλά σε πραγματικά μαθηματικά. Παράλληλα, ο Migayrou διακρίνει κατά την εποχή εκείνη σύγχυση των νέων αρχιτεκτόνων ως προς το νέο αυτό φιλοσοφικό ρεύμα, καθώς έρχονται αντιμέτωποι με ένα σωρό θεωριών και ονομάτων (Derrida, Deleuze...), ανήμποροι να προχωρήσουν σε αυτό το γιγαντιαίο σύστημα το οποίο βρίσκεται αν μη τι άλλο εκτός της αρχιτεκτονικής, αφού αυτή “έχει πεθάνει” (“architecture is dead”).

Στη συνέχεια, ο ομιλητής εστιάζει στις έννοιες της τυπολογίας και της μορφολογίας στην αρχιτεκτονική. Με κύριους εκπροσώπους τους Aldo Rossi και Manfredo Tafuri, διαμορφώνεται μια νέα θεωρία κατά της παραδοσιακής μαρξιστικής, μέσω της διασταύρωσης του στρουκτουραλισμού και της Σχολής της Φρανκφούρτης. Έτσι, οι εκτενείς αναφορές του Aldo Rossi στην έννοια της τυπολογίας, η οποία ορίζεται ως η λογική συνέχεια της αρχιτεκτονικής, αφού δεν σχετίζεται με τον τύπο (δεν είναι σχήμα), δημιουργούν μία νέα ιδέα για τη γλώσσα και τον στρουκτουραλισμό στην αρχιτεκτονική που εφαρμόζονται μέσω των διαφόρων τυπολογιών. Η εν λόγω τυπολογία έχει ως αφετηρία τη χρήση καννάβου (ιδιαίτερα κατά τον σχεδιασμό των πόλεων), και στηριζόμενη σε μεταγενέστερες ερμηνείες που δίνει ο Peter Eisenman, περιστρέφοντας και μετακινώντας τον κάνναβο, καταλήγει στη διαμόρφωση ενός νέου τρόπου αντίληψης και κατανόησης της γεωμετρίας.

Τέλος, οι Jean Petitot και René Thom εισάγουν την έννοια της νατουραλιστικής ιδεολογίας του στρουκτουραλισμού και παράλληλα παρουσιάζουν την ανάλυση non standard ως μία δυνατότητα να γίνει κατανοητή η πολυπλοκότητα της φύσης, και συνεπώς και της αρχιτεκτονικής. Στη συνέχεια, ο ομιλητής αναφέρει τις τρεις μαθηματικές οντολογίες που προκύπτουν από τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης μεταξύ ύλης και μορφής, της γεωμετρίας αλλά και της ίδιας της αντίληψης για τον χώρο, ως άμεση συνέπεια της διαφοροποίησης του οντολογικού προσανατολισμού της μορφογέννεσης. Αυτές είναι οι Formal Ontology (που βασίζεται στην ανάλυση non standard και στη θεωρία της καταστροφής (Catastrophe Theory)), Ontology of Manifold (μεταξύ του αυταπόδεικτου (axiomatic) και της προβληματικής (problematic)-Deleuze) και Ontology of the Event (το αυταπόδεικτο (axiomatic) θεμελειώνει το συμβάν (event) αλλά ταυτόχρονα και την απόλυτη άρνηση (negation) αυτού-Badieu). Στη συνέχεια ο Migayrou διερωτάται για τη σχέση αρχιτεκτονικής και εμμένειας (immanence) και αναφέρει ότι η πρώτη πρέπει να αντιμετωπίζει μη έκδηλα επίπεδα της πραγματικότητας, αποκεντρώνοντας τη λογική της. Τελικά, κατά το υπολογισμό βάση του σχεδιασμού του ίδιου του υλικού (material design based computation) η μοντελοποίηση της διαδικασίας καταλήγει να αποτελεί την ίδια την διαδικασία κατά την οποία η δομή και η ύλη δεσμεύονται σε αποικίες (colonies) που εξελίσσονται απο γενιά σε γενιά αλλάζοντας τους παράγοντες (ποιοτικούς και ποσοτικούς) βάση των οποίων κάνει κανείς αρχιτεκτονική αλλά διατηρώντας παράλληλα τους ίδιους κανόνες. Αυτή η “αυτόνομη” αρχιτεκτονική μπορεί να λειτουργεί σαν ένα “ecophysic”, με την έννοια της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ιδιοτήτων των υλικών των Μονάδων (Voxels) και του περιβάλλοντος αυτών.

Αρβανίτη Ισιδώρα